ΤΟ ΣΠΗΛΑΙΟ












Το χωριό Σπήλαιον Γρεβενών βρίσκεται 25 περίπου χιλιόμετρα δυτικά των Γρεβενών, στις βουνοπλαγιές της Πίνδου, και αποτελεί σήμερα δημοτικό διαμέρισμα του Δήμου Γρεβενών. Είναι κτισμένο σε απότομη βραχώδη έκταση, που αποτελεί φυσική οχύρωση με θαυμάσια θέα. Κατοικείται από 200 περίπου μόνιμους γηγενείς Δυτικομακεδόνες, που ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία, κτηνοτροφία, δασοκομία και την οικοδομή. Οι δραστηριότητες αυτές τα τελευταία χρόνια έχουν ατονήσει και οι περισσότεροι, κυρίως οι νέοι, έχουν μετακομίσει και εργάζονται στη Θεσσαλονίκη αλλά και σε άλλες πόλεις. Σήμερα, με την τουριστική ανάπτυξη της περιοχής, αρκετοί νέοι δημιουργούν τουριστικές και άλλες επιχειρήσεις και ξαναζωντανεύουν την κοινωνική και οικονομική ζωή του χωριού. 
Πολλοί Σπηλαιώτες είναι απόφοιτοι των Ανώτερων και Ανωτάτων Σχολών και Ιδρυμάτων της χώρας και υπηρετούν σε διάφορες θέσεις του δημοσίου και ιδιωτικού τομέα. Άλλοι είναι επιτυχημένοι επαγγελματίες και εργαζόμενοι. Η υπερηφάνεια, η λεβεντιά η ειλικρίνεια και η εργατικότητα, είναι στοιχεία που χαρακτηρίζουν τους Σπηλαιώτες και τις Σπηλαιώτισσες και τους ακολουθούν σ’ ολόκληρη τη ζωή τους. Οι ετεροδημότες Σπηλιώτες επισκέπτονται συχνά το χωριό. Πολλοί, μάλιστα, ιδιαίτερα μετά τους σεισ-μούς του 1998, κατασκεύασαν καινούργια σπίτια ή επισκεύασαν τα παλιά. Το ιδιαίτερο κάλλος της περιοχής, τα μνημεία, αλλά και η ιστορία του συνετέλεσαν, ώστε τα τελευταία χρόνια το χωριό να γίνει πόλος έλξης πολλών Ελλήνων και ξένων επισκεπτών.
Για την ιστορία και παράδοση του Σπηλαίου έχουν γράψει προσωπικότητες των γραμμάτων και των τεχνών. Ο διαπρεπής Δυτικομακεδόνας Αρχαιολόγος, Ανδρέας Κ. Βαβρίτσας (1992, σ. 76) αναφέρει μεταξύ των άλλων: "Κτισμένο σε υψόμετρο 1.200 μ. το Σπήλαιο, περιβάλλεται από απότομους βραχώδεις κρημνούς, πάνω στο δέλτα των παραπόταμων Βελονιά και Βενέτικου του Αλιάκμονα, με τεράστιο τείχος μόνο από τη δυτική πλευρά, καθώς και την Ακρόπολη, στο πιο ψηλό σημείο (1.475 μ. υψόμ.). Έτσι αποτέλεσε, από τα προϊστορικά ακόμη χρόνια, ένα απόρθητο φυσικό φρούριο, αλλά και στην εποχή του σιδήρου, τη γεωμετρική, την αρχαϊκή, την Ελληνιστική, τους Ρωμαϊκούς χρόνους, αλλά και σε όλη τη χριστιανική περίοδο και ως τις μέρες μας, ένα απόρθητο φρούριο, όπου συγκεντρώνονταν οι κάτοικοι από τα γειτονικά χωριά, για να προφυλαχθούν από τις βαρβαρικές επιδρομές, επί τρεις χιλιάδες σχεδόν χρόνια".
        O ίδιος (Βαβρίτσας Α. 1994, σελ. 249-266) τονίζει σχετικά: "Εκεί στις ανατολικές παρυφές της Πίνδου, περί τα 25 χιλιόμετρα δυτικά από τα Γρεβενά, είναι και το χωριό Σπήλαιο, που είναι γνωστό για τους αγώνες του και τα αρματολίκια της Πίνδου επί Τουρκοκρατίας, με την ονομασία Μέγα Σπήλαιο(...) Ο Άγγλος αρχαιολόγος Wace, που έκανε μεγάλες ανασκαφές στις Μυκήνες, ο αείμνηστος Καθηγητής του πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Νικόλαος Παπαδάκης, ο Γυμνασιάρχης Χρήστος Ενισλείδης, ο άλλοτε Έφορος Αρχαιοτήτων Νικόλαος Κοτζιάς, με χαρά, θαυμασμό και ενθουσιασμό μιλούν και γράφουν γι’ αυτό.
        Στην περιοχή, όπως αναφέρει ο Βαβρίτσας (1992), έχουμε αρκετά αρχαιολογικά ευρήματα, που φθάνουν ως την εποχή που εμφανίζονται οι Δωριείς (1200 π.X.). Στην Ακρόπολη του Σπηλαίου, η οποία σήμερα λέγεται «Κούλια», βρήκα εγώ ο ίδιος, τονίζει ο Α. Βαβρίτσας, πελέκεις από πέτρα και όστρακα από αγγεία και άλλα αντικείμενα της Νεολιθικής εποχής. Στα σύνορα των χωριών Σπηλαίου, Μοναχιτίου, και Τρικώμου, στην περιοχή που λέγεται “Ζιάνι”, βρέθηκαν προπολεμικά χάλκινα όπλα και σπαθιά, πανοπλίες και άλλα αντικείμενα, μέσα σε τάφους του τέλους της Μυκηναϊκής εποχής, τα οποία, όμως, δυστυχώς, χάθηκαν κατά τη διάρκεια του πολέμου. Για τη σημερινή ονομασία του χωριού ο ίδιος τονίζει ότι προέρχεται από το αρχαίο Σπίλος, που σημαίνει βράχος, και μάλιστα βράχος κρημνώδης".
Ο Γυμνασιάρχης Χρήστος Ενισλείδης (1951, σ. 76) γράφει σχετικά: “Το Σπήλαιον κείται εις τους πρόποδας του όρους Σταυρού, ύψους 1.000 μέτρων, που είναι συνέχεια του Καρέτσου, ύψους 2.000 μέτρων και του Όρλιακα κατά τι υψηλοτέρου, εις την οροσειράν της Πίνδου. Το όρος Σταυρός παλαιότερα ελέγετο Σπίλος, από δω δε παράγεται και η ονομασία του Μοναστηριού. Κατά παραφθοράν ή βυζαντινισμόν εις Σπήλαιον. Οι ντόπιοι το λένε Σπήλιο. Είναι όρος απότομον, βραχώδες, αλλού γυμνόν και αλλού δασώδες, γεμάτο πυξάρια, δρυς, έλατα. Παρουσιάζει βράχους αγρίους εις την όψιν, και φύσιν οργώσαν. Οι απότομοί του βράχοι συγκροτούν το φρούριον – κάστρο, και το σκοτεινό του χρώμα προξενεί τον φόβον. Πέντε ώρες απέχει από τα Γρεβενά.
Δεξιά και αριστερά του ανοίγονται δύο όμορφες και κατάφυτες κοιλά-δες, τα Κανάβια και το Καρούτι. Τας διαρρέουν ο Δοξανίτικος και ο Περι-βολιώτικος. Εις την μέσην των δύο ποταμών υψηλός και απότομος ορθώνει το ανάστημά του, αγέρωχο και απόρθητο, ο βράχος του Σπηλαίου, εις από-τομον ύψος 150 μέτρων. Πανοραματικός εις θέαμα, τρυπημένος από πολλά φυσικά σπήλαια γεμάτα σταλακτίτες και σταλαγμίτες. Το χωριό Σπήλαιον το κατοικούν περί τις 180 οικογένειες, που όλες σχεδόν εργάζονται εις τα κτήματα της Μονής. Οι άνδρες είναι υψηλόσωμοι και λεπτοί, αληθινοί Μα-κεδόνες- ακρίτες. Και αι γυναίκες των ευγενικές και φιλόξενες".
Σχετικά με την ονομασία του χωριού Σπήλαιον ο Αρχαιολόγος Νικό-λαος Κοτζιάς (1950-1951). πραγματοποίησε εξονυχιστική μελέτη, από την οποία προκύπτει ότι το αρχικό όνομα του χωριού ήταν Πήλαιον, Πύλαιον. Οι απόψεις αυτές του Κοτζιά αμφισβητήθηκαν από τον Παπαϊωάννου (1981), ο οποίος τονίζει ότι η ονομασία του χωριού έχει πολύ πιο απλούστερη βάση. Δηλαδή ότι οι κάτοικοι έδωσαν το όνομα “Σπήλιο”, “Σπηλιά”, λόγω των πολλών σπηλιών (σπηλαίων) που υπάρχουν στην περιοχή και επί το λογιό-τερο έγινε “Σπήλαιον”.
Ο Μιλτιάδης Παπαϊωάννου (1981, σ. 32) αναφέρει σχετικά: "Το Σπήλαιο, παρά την ορεινότητά του - πρέπει να σημειωθεί ότι τα κοντινότερα χωράφια του βρίσκονται σε απόσταση μιας τουλάχιστο ώρας από το χωριό και φθάνουν σε απόσταση τριών και τεσσάρων ωρών και μάλιστα σε έδαφος εξαιρετικά ανώμαλο- είναι από τα χωριά, τα λίγα χωριά, που δεν τα εγκατέλειψαν οι κάτοικοί τους τα τελευταία χρόνια για να καταφύγουν στη Γερμανία και τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες ή και στις άλλες ελληνικές για να ζητήσουν καλύτερη τύχη. Όταν το επισκεφθεί κανένας, το βρίσκει να σφύζει από κίνηση και ζωή και βλέπει τους νέους να βρίσκονται οι περισσότεροι στο χωριό, όταν στα άλλα χωριά δε συναντάει κανένας παρά μονάχα γέρους. Αυτό οφείλεται στην παροιμιώδη εργατικότητα των κατοίκων, που κάνει την άγονη γη τους να καρπίσει και να τους θρέψει, αλλά και την υπέρμετρη αγάπη τους για το χωριό τους και την υπερηφάνεια τους γιατί ζουν σ’ αυτό".
Σημαντικό θρησκευτικό και ιστορικό μνημείο της περιοχής αποτελεί το Μοναστήρι της Παναγίας της Σπηλιώτισσας. Ξακουστό σε όλη τη Μακεδο-νία, την Ήπειρο, τη Θεσσαλία και σε όλη την Πίνδο. Σήμερα δεν έμεινε παρά μόνο η εκκλησία της Παναγίας (Κοίμησης της Θεοτόκου). Από το Μοναστήρι της Παναγίας του Σπηλαίου πέρασε, σύμφωνα με την προφορική παράδοση, δυο φορές ο Κοσμάς ο Αιτωλός (1714-1779) και ίδρυσε κρυφό Σχολειό, που λειτούργησε για αρκετά χρόνια. Συνδέθηκε άμεσα με τους Εθνικούς αγώνες καθώς αποτελούσε ένα από τα ορμητήρια και κρησφύγετα των κλεφταρματολών της Πίνδου. Οι αγωνιστές της ελευθερίας επικαλούνταν τη βοήθεια της Παναγίας της Σπηλιώτισσας και το δημοτικό τραγούδι λέγει:
Βόηθα Αϊ- Λια, από το Βιτσκό κι Αϊ- Λιά από τη Σαμαρίνα,
βόηθα Κυρά και Παναγιά από το Μέγα Σπήλιο,
Θα φκιάσω στις εικόνες σας καντήλες ασημένιες.
Εκτενή αναφορά για την Ι. Μονή του Σπηλαίου (Πυλαίου) πραγμα-τοποιεί ο Κοτζιάς (1950-1951, σελ.18-25). "Η Μονή είναι Σταυροπηγιακή ανήκουσά ποτε διοικητικώς εις την Αρχιεπισκοπήν Αχριδών και καθηγιάσθη επ’ ονόματι της Πανυπεράγνου Δεσποίνης Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μα-ρίας (…).Το καθολικόν της ημετέρας Μονής είναι ο συνήθης αγιορείτικος τύπος εκκλησίας εχούσης την αψίδα εις το μέσον της ανατολικής πλευράς μετά κογχών κατά το διακονικόν και την πρόθεσιν και δύο κατά τας εκατέρωθεν μακράς πλευράς χορών. (…). Το εσωτερικόν του καθολικού είναι κατάγραφον… αναγεγραμμέναι επιγραφαί δηλωτικαί του τρόπου και του χρόνου της ανιστορήσεως (…) Κατά ταύτα το μεν Καθολικόν ανηγέρθη το 1633, η δε ανιστόρησις ήρξαστο το 1640 ήτοι μετά επταετίαν…"
Τα πολυπληθή κειμήλια που ήταν στην υπόγεια κρύπτη του Μοναστηριού, με τη διάλυσή της (1928-1932) μεταφέρθηκαν στο Μοναστήρι του Αγίου Νικάνορος (Ζάβορδας) για φύλαξη[1].






[1] Αναλυτικό κατάλογο των κειμηλίων της Μονής, βλ. στο Κοτζιάς 1950 - 1951, σελ. 25-31.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου